Παιδική κατάθλιψη: ερωτήματα και απαντήσεις
>> Γράφει η Ελένη Τσατσαρώνη
Ψυχολόγος - Εκπαιδευτικός
BA, MA, Msc, PhD cand.
Συνήθως, ο όρος «κατάθλιψη» χρησιμοποιείται για να περιγράψει διαταραχές της διάθεσης ή απλά, τη χαμηλή διάθεση. Η μείζων καταθλιπτική διαταραχή είναι μια εξουθενωτική κατάσταση, η οποία επηρεάζει αρνητικά την οικογένεια, την εργασία, τη σχολική ζωή, τον ύπνο, τις διατροφικές συνήθειες και τη γενική υγεία του ατόμου.
Σε ό,τι αφορά στην επιδημιολογία, πρόκειται για την τέταρτη συχνότερη ασθένεια παγκοσμίως, ανεξάρτητα από φύλο ή ηλικία, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας.
Η αποδοχή της κατάθλιψης ως αναπτυξιακής διαταραχής σε παιδιά και εφήβους έγινε τα τελευταία είκοσι χρόνια. Μέχρι τότε, επικρατούσε η αντίληψη ότι απορρέει από συναισθήματα θυμού και εχθρότητας και ότι τα συμπτώματα αποτελούν φυσιολογικές και παροδικές αντιδράσεις, σε ορισμένα αναπτυξιακά στάδια (Κάκουρος & Μανιαδάκη, 2006).
Σύμφωνα με τους Fennig & Carlson (1995), η κατανόηση της παιδικής και εφηβικής κατάθλιψης εξελίχθηκε από την πεποίθηση ότι είναι ανύπαρκτη, στην πεποίθηση ότι είναι συγκαλυμμένη πίσω από άλλες μορφές ψυχοπαθολογίας, μέχρι την τρέχουσα άποψη ότι είναι παρόμοια με εκείνη των ενηλίκων.
Η κατάθλιψη προκαλείται από μια σειρά ποικίλων βιοψυχολογικών και ψυχοκοινωνικών παραγόντων. Επιπλέον, οι κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες έχουν σοβαρές συνέπειες στην ψυχική και σωματική υγεία των παιδιών.
Έχει ακόμη αναφερθεί συσχέτιση των διαταραχών της διάθεσης με γενετικούς δείκτες. Σύμφωνα με έρευνα των Belden et al. (2014), ανωμαλίες στον νωτιαίο φλοιό του εγκέφαλου, συνδέονται με την νευροβιολογία των καταθλιπτικών διαταραχών, που αρχίζουν νωρίς, στην παιδική ηλικία.
Πολλές φορές, η μείζων κατάθλιψη στις μικρές ηλικίες υποτροπιάζει και σχετίζεται με έκπτωση της λειτουργικότητας (διαπροσωπική, σχολική), καθώς και με αυξημένο κίνδυνο αυτοκτονικότητας και χρήσης ουσιών.
Τα βασικά χαρακτηριστικά της κατάθλιψης σε παιδιά και εφήβους είναι σχεδόν όμοια, με εκείνα των ενηλίκων, με κάποιες τροποποιήσεις στα συμπτώματα στα διάφορα στάδια ανάπτυξης (Kovacs & Bastiaens, 1995).
Καταθλιπτική διάθεση στο μεγαλύτερο μέρος της ημέρας, σχεδόν καθημερινά, είτε από την υποκειμενική αναφορά, είτε από την παρατήρηση των άλλων ή ευερέθιστη διάθεση.
Έντονη ελάττωση του ενδιαφέροντος ή της ευχαρίστησης σε όλες ή σχεδόν όλες τις δραστηριότητες, κατά το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας.
Σημαντική απώλεια ή αύξηση βάρους και αποτυχία πρόσληψης του αναμενόμενου βάρους.
Αϋπνία ή υπερυπνία, σχεδόν καθημερινά.
Ψυχοκινητική διέγερση ή επιβράδυνση.
Αισθήματα ανησυχίας, κόπωση ή απώλεια της ενεργητικότητας, σχεδόν καθημερινά.
Αισθήματα αναξιότητας και υπέρμετρης ενοχής.
Ελαττωμένη ικανότητα συγκέντρωσης και αναποφασιστικότητα.
Τα συμπτώματα προκαλούν σημαντική έκπτωση της κοινωνικής ζωής και άλλων σημαντικών περιοχών της λειτουργικότητας.
Συμπερασματικά, τα παραπάνω βασικά συμπτώματα επηρεάζουν και σχετίζονται με:
Τη διάθεση: αίσθημα θλίψης, ενοχής, υπερευαισθησία στην κριτική
Τη συμπεριφορά: διέγερση ή υποτονική διάθεση, αίσθημα πλήξης, μείωση των κοινωνικών επαφών ή επιθετική συμπεριφορά και χρήση ουσιών.
Τις αντιλήψεις: χαμηλή αυτοεκτίμηση, πεποίθηση ανικανότητας, αρνητική στάση απέναντι στο σχολείο.
Τις σκέψεις: έντονη αυτοκριτική, αρνητικές και απαισιόδοξες σκέψεις για το μέλλον, αδυναμία στη λήψη αποφάσεων.
Τις βιολογικές αλλαγές: αύξηση ή μείωση του σωματικού βάρους, διαταραχές στον ύπνο, αίσθημα κόπωσης, πονοκέφαλοι, ναυτία, πόνοι στο στομάχι (Κάκουρος & Μανιαδάκη, 2006).
Στο πλαίσιο της λειτουργικότητας, τα παιδιά και οι έφηβοι αντιμετωπίζουν προβλήματα στην ακαδημαϊκή τους ζωή, ενώ η γνωστική τους λειτουργία, διαμορφώνει έναν απαισιόδοξο τρόπο σκέψης και τρόπο επεξεργασίας των πραγμάτων, που αντανακλά στην πραγματικότητά τους και πολλές φορές, δεν τα κάνει αποδεκτά στις παρέες συνομηλίκων (Kaslow et al., 1994).
Η κατάθλιψη στη βρεφική και νηπιακή ηλικία μπορεί να εκδηλωθεί, ανάμεσα σε άλλα, με καθυστέρηση ή απώλεια αναπτυξιακών επιτευγμάτων, με θλιμμένη έκφραση, αυτοκαταστροφικές μορφές συμπεριφοράς.
Στα παιδιά προσχολικής ηλικίας παρατηρούνται θλιμμένη έκφραση, έλλειψη ενδιαφέροντος για δραστηριότητες που συνήθως, είναι ευχάριστες για τα παιδιά, παλινδρομήσεις στον γνωστικό και λεκτικό τομέα, συχνό κλάμα, φόβος εγκατάλειψης, κοινωνική απόσυρση.
Κατά τη σχολική ηλικία, η εικόνα του παιδιού με κατάθλιψη, μοιάζει με εκείνη του ενηλίκου και είναι εμφανή τα συναισθήματα ενοχής και υπερβολικής αυτοκριτικής. Στην εφηβική ηλικία σημειώνονται περισσότερες πιθανότητες εξωτερίκευσης των συναισθημάτων, μεταπτώσεις, αντιδραστική συμπεριφορά.
Πρόκειται για την καταθλιπτική τριάδα του περιεχομένου της σκέψης: >αρνητική θεώρηση του εαυτού,
>του κόσμου γύρω και
>του μέλλοντος (Ευθυμίου, 2002).
Στις μέρες μας, η έγκαιρη διάγνωση αποτελεί σημαντικό βήμα για την αντιμετώπιση της παιδικής και εφηβικής κατάθλιψης. Αυτό που έχει σημασία είναι να γίνει αντιληπτό ότι αυτό που αισθάνεται το άτομο δεν οφείλεται σε κόπωση ή αναξιότητα, αλλά ότι πάσχει από μια θεραπεύσιμη ψυχική διαταραχή.
Η συνεργασία των πλαισίων, δηλαδή, της οικογένειας και του σχολικού περιβάλλοντος, θα μπορούσαν να συνεισφέρουν αποτελεσματικά στην αντιμετώπιση της διαταραχής, ώστε το παιδί ή ο έφηβος να μπορέσει να αντιμετωπίσει τα συμπτώματα της διαταραχής και να είναι λειτουργικό.
- Προσθήκη νέου σχολίου
- 899 εμφανίσεις