Γλωσσικός πλούτος φωνής και ομιλίας
>> Του Κ. Α. Ναυπλιώτη
Δεν γνωρίζω αν ανήκω στην ψυχιατρική τάξη των…γλωσσολόγων. Αν και το πάθος ως ακατανίκητη ταλαιπωρία με βασανίζει. Θεωρώ όμως, ότι από τη στιγμή που η γλώσσα θα εξεταζόταν με βάση την ψυχιατρική τάξη, η γλωσσική αλλοτρίωση θα είχε κατισχύσει ως μέτοχος της ψυχαναλυτικής λογικής. Παράλληλα η γλωσσική ηδονή θα είχε χαθεί φρενάροντας τη γλώσσα και ακινητοποιώντας τη σκέψη. Μπορεί σήμερα το χαρακτηριστικό της γλώσσας να «αποστασιοποιείται» του λόγου μέχρι του σημείου εκτροχιασμού, όμως αυτή (η γλώσσα) θεωρώ ακατανόητο να καλύπτει την ύπαρξή της με το ότι «καταλαβαινόμαστε»…και ας είμαστε εξαιρέσεις από τον κανόνα μη αντέχοντας την κανονικότητα. Γι αυτό αποδίδω μεγαλύτερη σημασία αλλά και κανονικότητα να ασχολείται κανείς με τη φράση* παρά με την ιυγή**.
Δείγμα γλωσσικού λεξιλογικού πλούτου
γλώσσα: σύμφωνα με το Ετυμολογικόν Μέγα (Ε.Μ) «από του γνώ, γνώσκω, γνώσα και γλώσσα. Η υπό γνώσιν άγουσα τα εν τη διανοία…δι’ ης τα προς ψυχής βουλεύματα, γινώσκομεν…»
φωνή: «η τα εν τω νω φωτίζουσα», με την έννοια ότι φέρνομε στο φως τις σκέψεις μας. «Τα εν τη φωνή των εν τη ψυχή παθημάτων σύμβολα.» (ετυμ. φως + νούς).
«Σχηματίζεται δε η φωνή παρά το φω, το φαίνω…φαίνει γαρ και λαμπρώς δηλοί τα ενθυμήματα. Φωτονόη τις εστίν. Τα του νοός εις φώς εξάγει.» Κατά τον Αριστοτέλη (Περί Ψυχής 420 Β5) « Η δε φωνή, ψόφος (= θόρυβος) προς εστίν εμψύχου. Των γαρ αψύχων ουδέν φωνεί.»…ούτος (ο άνθρωπος) και τα γνωστικά εαυτού πάθη εξαγγέλλει δια προς φωνής προς ενάρθρου.»
λόγος: «Τω λόγω χρήται μόνος ο άνθρωπος, του δε λόγου ύλη…η φωνή.» (Αριστοτ. (Περί Ζώων γενέσεως Ε7 786). κατά το Πλάτωνα, τετραχώς λέγεται λόγος∙
● η τε διανοία άνευ φθόγγου
● και το μετά φωνής ρεύμα από διανοίας
● και η, των του όλου στοιχείων, απόδοσις
● και ο προς αναλογίας.
«Διάνοια μεν και λόγος ταυτόν. Πλην ο μεν εντός προς ψυχής προς εαυτήν διάλογος άνευ φωνής γιγνόμενος, τούτ’ αυτό επωνομάσθη διάνοια.» (Πλάτ. Σοφιστής 263d).
Επομένως ο λόγος είναι φωνή, σκέψη, υπολογισμός, αναλογία. Δηλαδή ό,τι έχει σχέση με τη ΛΟΓΙΚΗ. (σύμφωνα με τον Πλάτωνα, Φιλόλογος είναι εκείνος όστις κατέχεται από τον έρωτα προς τους λόγους.) Λογοτεχνία δε η τέχνη του λόγου.
Όμως ο λόγος φανερώνεται και απευθύνεται κάπου δια της φωνής πρβλ. τον Ακάθιστο Ύμνο κατά τον οποίο απευθύνονται οι πιστοί προς την Παναγία με τη φράση «…και λόγον ερεύξομαι ( = απευθύνω) τη Βασιλίδι Μητρί».
αυδή: Η φωνή του ανθρώπου, από το αείδω – άδω = τραγουδώ. Εδώ φαίνεται η μελωδικότητα του Έλληνος λόγου. επομένως η αυδή δεν είναι απλώς η φωνή, αλλά η μελωδική φωνή. Διότι ο άνθρωπος «πρώτον ήσε (= τραγούδησε) και είτα ωμίλησε.» βλ. και τα εκκλησιαστικά άσματα…τον τρισάγιο ύμνον προσάδωντες κπα.
Να υπενθυμίσουμε πως ο Όμηρος χρησιμοποιεί την έκφραση «ανθρώπων αυδηέντων» και ο Ησύχιος επεξηγεί: «άνθρωποι αυδήεντες∙ οι λόγον και φωνήν έχοντες».
ομφή: η φωνή του θεού, (εν αντιθέσει προς την αυδή). Όταν ο θεός ομιλεί(2) στον άνθρωπο. «ταύτα πεύσεται (=θα πληροφορηθεί) εκ θεών ομφής» (σημ. Α. Τζ.)
έπος: λόγος, λέξη, ομιλία. «παρά το έπω, το λέγω. Έπος λέγεται κυρίως ο έμμετρος λόγος, καταχρηστικώς δε, πας λόγος» (Ε.Μ). πρβλ. Τα έπη του Ομήρου. Επίσης ενοπή = φωνή
ομιλία: εκ του ομού ειλείσθαι, δηλ. το συναναστρέφεσθαι πρβλ. όμιλος = συναναστροφή.
όμαδος: η ομού αυδή (απ’ εδώ και η ομάδα).
μύθος : «σκοτεινός λόγος, παρά το μύω» (Ε.Μ). (μύω = κλείω∙ - κατάληξη –θος από το θέω = τρέχω. Κατά τον Γ. Μιστριώτη (Μεγάλη Ελληνική Γραμματολογία) «ο μύθος δεν δύναται να γίνει καταληπτός εάν υπερβαίνει τας δυνάμεις της μνήμης. Διά τούτο πρέπει να είναι ευμνημόνευτος». Ενώ ο Πλάτων στον «Κριτία» σημειώνει: «μύθου μεν σχήμα έχων λέγεται, το αληθές εστί».
λαλιά: η λέξη είναι ηχοποίητη από τον ήχο λς – λς της θάλασσας λ. λάλος = λογάς
λήρος: ανόητη ομιλία, αερολογία (σχετ. λ. παραλήρημα)
γύρης : δυνατή φωνή. Το (Ε.Μ) την ετυμολογεί από το γέρας, «η γαρ φωνή προς γέρουσι πρέπει» σχετ. λ. Γηρυόνης: ο ήρωας ο οποίος εφώναζε πολύ δυνατά. απ’ εδώ και ο κήρυξ (γήρυς → γήρυξ → κήρυξ).
θρούς: ασθενής ήχος αλλά και χαμηλόφωνη ομιλία. λ. ηχοποίητη από το θρ…θρ.. (σχετ. λ. θρόϊσμα) πρβλ. τη λ. θρύλος ως προφορική ομιλία που λέγεται από πολλούς***.
φθόγγος: σαφής ανθρώπινη φωνή, έναρθρος ήχος ετυμολ. από το φέγγω + θέω πρβλ. την εκκλησιαστική φράση στον «Απόστολο» «εις πάσαν την γην εξήλθεν ο φθόγγος αυτού» βλ. και μουσικός φθόγγος.
φθέγμα: ήχος ανθρώπινης φωνής (συγγενές προς το φθόγγος) σχετ. λ. απόφθεγμα
φήμη: εκ του φημί, καθορίζει την εξ ουρανού φωνήν. «Ο μεν λόγος δήλος γίνεται υφ ού φέρεται, η δε φήμη άγνωστον έχει την αρχήν».
αίνος: λόγος εξυμνητικός, εξύμνηση∙ απ’ εδώ και η λ. έπαινος πρβλ. τους αίνους της εκκλησίας.
ρήμα: το λεγόμενον, το λαλούμενον, εκ του ρω = λέγω σχετ. το επίθ. διαρρήδην που σημαίνει ρητώς εντόνως.
φράση: ομιλία, γλώσσα, λόγος. «φράσις εστί λόγος εγκατασκεύαστος ή λόγος κατά τινα δήλωσιν».
ψίθυρος: χαμηλή ομιλία∙ λ. ηχοποίητη (πς…πς…ψου… ψου).
ψόφος: άναρθρος ήχος, θόρυβος, χτύπος. Στη λαϊκή έκφραση ψόφος = θάνατος ζώου, αλλά και ανθρώπινη βρισιά φρ. κακό ψόφο να’χεις! κ.α
κέλωρ: φωνή εκ του καλώ, κελεύω πρβλ. την εκκλησ. εκφρ. κέλευσον δέσποτα
βάξις: λόγος φωνή, από το ρήμα βάζω = ομιλώ πρβλ. την έκφρ. το ’βαλε στο τραπέζι με την έννοια έθεσε με την ομιλία του το ζήτημα προς συζήτησι.
λακεδών: λόγος, ρητό, φωνή. από το ρ. λάσκω σχετ. με το λαλώ, λαλιά.
ία: φωνή, κραυγή σπαρακτική πρβλ. το κλάμα – μοιρολόϊ****(κλάμα για το χτύπημα της μοίρας).
ιυγή: φωνή εν οδύνη σχετ. με το «ιά».
Αναγκαίες πρόσθετες διευκρινιστικές σημειώσεις
* φράση (η) = συγκροτημένη τοποθέτηση λέξεων που αποτελούν μια πρόταση και μας δίδουν ένα πλήρες νόημα. Ο τρόπος με τον οποίο καθένας εκφράζεται και διατυπώνει τη σκέψη του, λέγεται έκφραση.
(2) να σημειώσουμε την ποιητική ευαισθησία τού Νικηφόρου Βρεττάκου όταν μας λέει, ότι θα μιλήσει στους αγγέλους ελληνικά…γιατί αυτοί μιλάνε μεταξύ τους με μουσική.
** η λέξη ιυγή έχει την ίδια ερμηνεία με τη λ. ερυγή = φωνή, βοή. Και οι δύο λέξεις έχουν σχέση με τον ήχο που ακούγεται στα μοιρολόγια αλλά και σε στιγμές πόνου, όπως ηγού, άχου, αχ, ογού, ιυ…
*** ας μη ξεχνάμε ότι κατά τον Αριστοτέλη (ποιητική) «Το μιμείσθαι σύμφυτον τοις ανθρώποις εστί». αλλά και ο Ιπποκράτης επιβεβαιώνει: «Τα μεν γαρ ονόματα φύσεως νομοθετήματα εστί».Εδώ για να ελαφρύνουμε λίγο τη σκέψη ίσως θα πρέπει να πούμε πως ο πολυλογάς στην αρχαιότητα ελέγετο λακέτας. Από το ρήμα λοιπόν λάσκω, η λακεδών και το…μάγκικο λακριντί∙ δηλ. συνεχής κουβέντα, το κουβεντολόϊ το οποίο εθεωρείτο και στην αρχαιότητα χαρακτηριστικό των γυναικών∙ που όταν πήγαιναν για ψώνια λακερολογούσαν…
**** υπάρχει και η γραφή μυρολό(γ)ι (από τα δάκρυα (τα υγρά) που τρέχουν απ’ τα μάτια όταν κλαίμε) σχετ. και η λ. αλμύρα- αλμυρίκι απ’ όπου το αλ(ς) της θάλασσας και το μύρο του υγρού-αλμυρού.
Να συμπληρώσουμε δε και να διευκρινίσουμε, ότι σε αντίθεση με την ελληνική αυδή-αειδή οι ξένοι χαρακτηρίζονταν «βάρβαροι» λόγω του ότι ήσαν απαίδευτοι και τραχείς στην ομιλία. Γι αυτό αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν αρχικά τη λέξη «βάρβαρος» «ουκ επ’ έθνους, αλλά φωνής…» κατά τον Στέφανο Βυζάντιο. Και όπως σημειώνει ο λεξικογράφος Ησύχιος «βάρβαρος ο ασαφή την φωνήν έχων». Η λέξη είναι ηχοποίητη από το άκουσμα βαρ…βαρ…βαρ.. πρβλ. τη σημερινή λέξη «βαβούρα».
knafpl@hotmail.com
- Προσθήκη νέου σχολίου
- 1727 εμφανίσεις